Πολλοί γιατροί συνιστούν στους ασθενείς τους θεραπείες, τις οποίες δεν θα εφάρμοζαν στον εαυτό τους, αναφέρουν αμερικανοί επιστήμονες, οι οποίοι πραγματοποίησαν μελέτη με σχεδόν 1.000 συναδέλφους τους.
Οι ερευνητές παρουσίασαν στους συναδέλφους τους ορισμένα περιστατικά και τους ζήτησαν να τους προτείνουν την ενδεδειγμένη κατά περίπτωση θεραπεία.
Στη συνέχεια, τους ζήτησαν να ορίσουν εκ νέου την θεραπεία, εάν ήταν οι ίδιοι στην θέση των ασθενών – και διαπίστωσαν πως οι απαντήσεις τους διέφεραν σημαντικά.
Οι γιατροί είχαν πολύ περισσότερες πιθανότητες να προτείνουν για τον εαυτό τους θεραπείες που έφεραν υψηλότερο κίνδυνο θανάτου αλλά και περισσότερες πιθανότητες να τους επιτρέψουν να ζήσουν δίχως παρενέργειες.
Για τους ασθενείς τους, όμως, έτειναν να επιλέγουν πιο ασφαλείς θεραπείες, ανεξάρτητα όμως από το πώς θα ήταν εν συνεχεία η ποιότητα της ζωής τους.
Όπως γράφουν στην επιθεώρηση «ArchivesofInternalMedicine», ένα από τα ιατρικά προβλήματα που διερευνήθηκαν ήταν ο καρκίνος του παχέος εντέρου.
Όταν κλήθηκαν να διαλέξουν ανάμεσα σε δύο διαφορετικές χειρουργικές επεμβάσεις για την αντιμετώπισή του, το 40% από τους 242 γιατρούς που απάντησαν σε αυτό το ερώτημα επέλεξαν για τον εαυτό τους την πιο ριψοκίνδυνη επέμβαση, η οποία όμως όταν επιτυγχάνει σπανίως αφήνει κάποια επακόλουθα στον ασθενή.
Αντιθέτως, όταν ρωτήθηκαν τι θα συνιστούσαν στους ασθενείς τους, μόλις το 25% είπαν ότι θα συνιστούσαν την ίδια επέμβαση.
Σε ένα άλλο ερώτημα, οι γιατροί κλήθηκαν να φανταστούν τον εαυτό τους βαριά άρρωστο με νέα γρίπη. Το δίλημμα ήταν να επιλέξουν εάν θα υποβάλλονταν σε μια φανταστική θεραπεία. Δίχως αυτήν, είχαν 10% πιθανότητες να πεθάνουν και 30% πιθανότητες να εισαχθούν στο νοσοκομείο, ενώ με αυτήν είχαν 1% πιθανότητες να πεθάνουν και 4% πιθανότητες μόνιμης νευρολογικής παράλυσης.
Από τους σχεδόν 700 γιατρούς που απάντησαν, το 75% είπαν ότι δεν θα έκαναν την θεραπεία, για να αποφύγουν τον κίνδυνο παράλυσης.
Όταν, όμως, κλήθηκαν να απαντήσουν στο ίδιο ερώτημα, αλλά σε περίπτωση που δεν νοσούσαν οι ίδιοι αλλά ένας ασθενής τους, μόνο το 50% είπαν ότι θα του συνιστούσαν να μην κάνει την θεραπεία.
Το συμπέρασμα του δρος Πίτερ Γιούμπελ, από το Πανεπιστήμιο Ντιουκ, και των συνεργατών τους ήταν πως «όταν οι γιατροί κάνουν συστάσεις για θεραπεία, σκέπτονται με διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι όταν αποφασίζουν για τον εαυτό τους».
Ωστόσο, οι ερευνητές προσθέτουν πως η μελέτη τους δεν υποδηλώνει ότι οι γιατροί παίρνουν πάντοτε τις καλύτερες αποφάσεις για τους άλλους απ’ ό,τι για τον εαυτό τους – ούτε και το αντίστροφο.
Στην καλύτερη περίπτωση υποδηλώνει ότι αν οι γιατροί μπαίνουν στην θέση των ασθενών τους, ίσως δουν από άλλη οπτική γωνία τις συστάσεις τους προς αυτούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου