Τετάρτη 14 Μαρτίου 2012

Πολιτική λιτότητας και μετά το 2020

Για τη συνέχιση της περιοριστικής πολιτικής λιτότητας και μετά το 2020, δεσμεύεται η...
χώρα μας, προκειμένου να μειώσει περαιτέρω το ύψος του δημόσιου χρέους, το οποίο σε οκτώ χρόνια, από σήμερα θα κινείται μεταξύ του 116% και του 145% του ΑΕΠ, σύμφωνα με τις εκθέσεις της Κομισιόν και ΔΝΤ.

Η τρόικα θεωρεί ότι η δημοσιονομική προσαρμογή θα πρέπει να συνεχιστεί και μετά το 2020, ώστε το χρέος από το επίπεδο του 116% του ΑΕΠ που θα φτάσει στην καλύτερη των περιπτώσεων, (με εναλλακτική χειρότερη εξέλιξη τη διαμόρφωση του χρέους στο 145% του ΑΕΠ), να μειωθεί μέχρι το 2030, στο επίπεδο του 88% του ΑΕΠ. Είναι προφανές ότι και μετά από 18 χρόνια και παρά το PSI, το ποσοστό του χρέους, θα απέχει αισθητά από το όριο του 60% προς το ΑΕΠ.

Οι εκθέσεις των δύο οργανισμών "επικυρώνουν" τα μέτρα ύψους 3,2 δισ. ευρώ, για το 2012 και 11,5 δισ. ευρώ, για τη διετία 2013 - 2014, όμως θεωρούν ότι δεν επαρκούν και θα απαιτηθεί νέος κύκλος μέτρων και διαρθρωτικών προσαρμογών από το 2015 και μετά.

Η αναγγελία από την επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, ότι το ΔΝΤ θα εξασφαλίσει ποσό ύψους 8,2 δισ. ευρώ, για τη χρηματοδότηση της Ελλάδας το 2015, όταν θα έχει λήξει και η νέα δανειακή σύμβαση, σημαίνει ότι η χώρα θα εξακολουθήσει να βρίσκεται υπό τον έλεγχο των δανειστών, αλλά και δεν θα μπορεί να καλύψει πλήρως τις δανειακές της ανάγκες από τις αγορές.

Συνέπεια της ύφεσης μέχρι το 2013, είναι η αύξηση της ανεργίας η οποία από το 15,9% το 2011, φέτος θα φτάσει στο 17,9%, το 2013 στο 17,7% και το 2014 θα υποχωρήσει στο 16,7%. Η απασχόληση φαίνεται να αυξάνεται από το 2014 κατά 1,6%, λόγω της μείωσης των αμοιβών και της απελευθέρωσης της αγοράς εργασίας.

ΔΝΤ: Το χρέος μπορεί να φτάσει το 145,7% το 2020

Ιδιαίτερα εύθραυστη περιγράφει την περίφημη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στο εναλλακτικό σενάριο που ενσωματώνει στην αναθεωρημένη έκθεση βιωσιμότητας όπου μέσα από αστοχίες του προγράμματος το χρέος μπορεί να φτάσει το 145,7% ώς το 2020.

Η βασική αμφισβήτηση του ξένου οργανισμού είναι αν η Ελλάδα μπορεί να φτάσει και κυρίως να διατηρήσει υψηλά ποσοστά πρωτογενούς πλεονάσματος για πολλά χρόνια όπως προβλέπει και το νέο πρόγραμμα στήριξης. Με βάση το πρόγραμμα η Ελλάδα θα πρέπει να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 1,8% του ΑΕΠ το 2013 και 4,5% του ΑΕΠ το 2014 το οποίο θα μειωθεί σε μέσα επίπεδα στο 4% του ΑΕΠ ώς το 2021. Δηλαδή για έξι συνεχή χρόνια. Χρησιμοποιώντας παραδείγματα άλλων χωρών το ταμείο αμφισβητεί εμμέσως πλην σαφώς τη δυνατότητα αυτή εκ μέρους της Ελλάδας.

Εξετάζοντας άλλες παραμέτρους το ΔΝΤ τονίζει ότι με την υστέρηση της ανάπτυξης κατά 1% του ΑΕΠ σε σχέση με τους προβλεπόμενους στόχους το χρέος δεν πρόκειται να μειωθεί κάτω από το 129% του ΑΕΠ.

Το εναλλακτικό σενάριο βασίζεται στο γεγονός ότι η Ελλάδα δεν θα καταφέρει να ενσωματώσει έγκαιρα τις διαρθρωτικές αλλαγές του προγράμματος οι οποίες θα επιταχύνουν και τη δημοσιονομική προσαρμογή της οικονομίας.

Θεωρεί επίσης φιλόδοξη, αλλά όχι αδύνατη, την πρόβλεψη ότι οι αποκρατικοποιήσεις θα δώσουν έσοδα ύψους 12 δισ. ευρώ ώς το 2014 και 2% του ΑΕΠ σε μέση ετήσια βάση ώς το 2020.

Διευκρίνιση των μέτρων της διετίας 2013 -2014

Πρόσθετα μέτρα ύψους 11,5 δισ. ευρώ ή 5,5% του ΑΕΠ για τη διετία 2013 -2014 προβλέπει η έκθεση της Ευρωπαϊκή Επιτροπής"απαγορεύοντας" όμως νέες οριζόντιες περικοπές και αυξήσεις φόρων με τις οποίες προχωρούσε το πρόγραμμα τα προηγούμενα χρόνια.

Η έκθεση τονίζει ότι τα μέτρα αυτά θα πρέπει να διευκρινιστούν στις λεπτομέρειες τους τον Ιούνιο με τη νέα διαπραγμάτευση που θα υπάρχει με την τρόικα και θα αρχίσουν να υιοθετούνται από το 2013. Όπως τονίζεται τα μέτρα θα πρέπει να αφορούν κυρίως διαρθρωτικές αλλαγές στη δημοσιονομική διαχείριση. Σε ό,τι αφορά στα έσοδα το κέρδος θα προκύψει από την αύξηση της φορολογικής συμμόρφωσης και την πάταξη της φοροδιαφυγής.

Σε ό,τι αφορά τις δαπάνες η έκθεση τονίζει ότι οι περικοπές που θα πρέπει να γίνουν θα πρέπει να έχουν ως στόχο να περιστείλουν την κρατική σπατάλη και να βελτιώσουν τη λειτουργία και την αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης.

Σύμφωνα με ένα πρώτο σχεδιασμό ο οποίος παρουσιάστηκε και στο υπουργικό συμβούλιο το σύνολο των μέτρων αυτών θα αξιολογηθεί και θα διευκρινιστεί σε τρεις διαδοχικές εκθέσεις με την τελευταία να αναμένεται στο τέλος Μαΐου. Στην αξιολόγηση θα συμμετέχει εκτός από την τρόικα και η ομάδας δράσης για την Ελλάδα αλλά και ο ΟΟΣΑ.

Οι δαπάνες ύψους 11,5 δισ. ευρώ ή 5,5 % του ΑΕΠ αναλύονται σε:

1. Περικοπή δαπανών ύψους 6,5 δισ. ευρώ (3% του ΑΕΠ) από την αναθεώρηση των δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης. Μέσα στις δαπάνες που θα πρέπει να επανεξεταστούν θα είναι όλων των ειδών επιχορηγήσεις των δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών και των ασφαλιστικών ταμείων και των νοσοκομείων. Ειδικά για τις ΔΕΚΟ υπάρχει η υποχρέωση για την ταχύτερη μείωση του προσωπικού τους και της μείωσης των ελλειμμάτων τους τα οποία θα έπρεπε να είχαν μηδενιστεί από το 2011. Επίσης θα υπάρξουν και νέες περικοπές στις δαπάνες για τους δήμους και τις περιφέρειες της χώρας.

2. Περικοπή δαπανών ύψους 1% του ΑΕΠ (2,1 δισ. ευρώ) από τη διοικητική μεταρρύθμιση. Το μέτρο αυτό περιλαμβάνει νέες περικοπές στα μισθολόγια μέσω των αλλαγών στο σύστημα προαγωγών και μείωση των γενικών διευθύνσεων και άλλων οργανικών μονάδων και φυσικά τις αποχωρήσεις των 150.000 δημοσίων υπαλλήλων ώς το 2015.

3. Περικοπή δαπανών ύψους 1,5% του ΑΕΠ (περίπου 3,3 δισ.) ευρώ από τα κοινωνικά επιδόματα.
Στην έκθεση η Commission παραδέχεται την αναθεώρηση των εσόδων από αποκρατικοποιήσεις ώς το 2015 αλλά όχι και το τελικό ποσό των 50 δισ. ευρώ το οποίο θεωρεί εφικτό, αλλά με την επέκταση της χρονικής περιόδου για την αξιοποίηση κινητής και ακίνητης περιουσίας μετά και το 2020.

Σε ό,τι αφορά την περίοδο 2011- 2014 εκτιμά ότι τα έσοδα αποκρατικοποιήσεων δεν θα ξεπεράσουν τα 12 δισ. ευρώ από 38 δισ. ευρώ που υπολόγιζε το Δεκέμβριο. Την περίοδο 2012-2014 εκτιμά ότι τα έσοδα αποκρατικοποιήσεων μπορούν να φτάνουν τα 12 δισ. ευρώ, ενώ την περίοδο 2012-2020 θα πρέπει να φτάσουν τα 45 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν το δημόσιο χρέος στην Ελλάδα μπορεί να επιστρέψει σε μια διατηρήσιμη πορεία, εάν το πρόγραμμα εφαρμοστεί πλήρως. Σύμφωνα με το βασικό σενάριο, ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ θα μειωθεί κάτω του 116% του ΑΕΠ το 2020 και θα μειωθεί περαιτέρω στο 88% του ΑΕΠ το 2030.

Όμως οι βασικές παραδοχές στις οποίες στηρίζονται οι προβλέψεις είναι:

1. Η οικονομική δραστηριότητα. Αναμένεται ανάκαμψη από το δεύτερο εξάμηνο του 2013 υπό την προϋπόθεση της υλοποίησης των διαρθρωτiκών μεταρρυθμίσεων στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών.

2. Η έκταση των πρωτογενών πλεονασμάτων. Οι προβολές αναφοράς δείχνουν ότι το πρωτογενές πλεόνασμα από έλλειμμα 1% του ΑΕΠ το 2012, το 2014 θα επιτύχει πλεόνασμα 4,5% του ΑΕΠ, το οποίο θα παραμείνει σε επίπεδα άνω του 4% μέχρι το 2020, αλλά στη συνέχεια θα υποχωρήσει προς το 3% του ΑΕΠ. Αβεβαιότητα υπάρχει για την περίοδο 2013 - 2014, καθώς ακόμα δεν έχουν «κλειδώσει» τα μέτρα.

3. Το τελικό ύψος της επίπτωσης του PSI, που θα προσδιοριστεί στο τέλος Μαρτίου.
Εφόσον ανατραπεί οποιαδήποτε από τις προβλέψεις για την εξέλιξη των συγκεκριμένων μεγεθών τότε αναπροσαρμόζεται προς τα πάνω η εκτίμηση για την εξέλιξη του χρέους, σε ποσοστό που φτάνει μέχρι και το 145%.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου